Η BMW «απολογήθηκε» για τα χρόνια του ναζισμού στα πλαίσια της 100ης επετείου της
«H ΒMW κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1930 και του 1940 λειτουργούσε αποκλειστικά ως προμηθευτής του γερμανικού στρατού. Όταν η ζήτηση για τους αεροπορικούς κινητήρες της BMW αυξήθηκε εργάτες, κατάδικοι και κρατούμενοι από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης εξανάγκαστηκαν να εργαστούν για την κατασκευή τους».
«Αυτήν την ημέρα, η τεράστια ταλαιπωρία που προκάλεσαν τα παραπάνω και που επηρεάσαν τη μοίρα πολλών από αυτούς τους ανθρώπους εξακολουθεί να είναι ένα θέμα που προκαλεί βαθύτατη λύπη».
Με αυτές τις φράσεις η BMW απολογήθηκε κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεών για την 100η επέτειό της, αναφερόμενη στην πιο σκοτεινή περίοδο της ιστορίας της και τους 50.000 ανθρώπους που απασχολούσε καταναγκαστικά, ενώ παράλληλα οι επικεφαλείς της τόνισαν πως το 1983 η εταιρεία ήταν η πρώτη βιομηχανία που ξεκίνησε μια συζήτηση για τη συγκεκριμένη περίοδο με την ευκαιρία της έκδοσης του βιβλίου «BMW- A German History». Ταυτόχρονα θύμισαν πως ο όμιλος BMW είναι από το 1999 ιδρυτικό μέλος του ιδρύματος «Μνήμη, Ευθύνη και Μέλλον» που ασχολείται με τις αποζημιώσεις των ανθρώπων που εργάστηκαν καταναγκαστικά.
Φυσικά η BMW ούτε η μόνη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία ήταν που λειτουργούσε με καταναγκαστική εργασία -η VW και η Audi για παράδειγμα το είχαν παραδεχθεί ευθύς εξαρχής, η δεύτερη για την πρόγονό της Audi Union- ούτε η μόνη που συνεργαζόταν με το τότε καθεστώς. Το οποίο π.χ. χρηματοδοτούσε τα μεγαλεπίβολα αγωνιστικά προγράμματα των Mercedes και Auto Union, που ήταν ένας ακόμα τρόπος απόδειξης της υπεροχής της άρειας φυλής, ενώ ο Ferdinand Porsche είχε απορροφήσει τεράστια κεφάλαια για να εξελίξει το Kdf-Wagen (τα αρχικά του σημαίνουν Kraft durch Freude, δύναμη μέσω της διασκέδασης σε ελεύθερη απόδοση), τον πρόγονο του Σκαραβαίου.
H BMW όμως παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα να εμπλέκεται με την περίοδο του Ναζισμού και μέσω των Quandt, οι οποίοι μπορεί να μην είναι ιδιαίτερα γνωστοί καθώς αποφεύγουν τη δημοσιότητα, είναι όμως μια από τις πλουσιότερες επιχειρηματικές οικογένειες της Ευρώπης και από τα τέλη της δεκαετίας του ‘50, από τότε δηλαδή που ο Herbert Quandt την έσωσε από την καταστροφή και την εξαγορά από τη Mercedes, οι μεγαλομέτοχοι της BMW.
Η BMW λοιπόν αναστήθηκε με τη βοήθεια της οικονομικής επιφάνειας του Quandt, που παράλληλα ήταν τότε και ιδιοκτήτης της εταιρείας μπαταριών Varta. Και ενώ για τα χρόνια που ακολούθησαν η οικογένεια ανέφερε ως λόγο της οικονομικής της ευμάρειας την αποδεδειγμένη κερδοφορία της αυτοκινητοβιομηχανίας της απέφευγε επιμελώς να αναφερθεί στον τρόπο με τον οποίο ήταν πάμπλουτη ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ΄50. Πλούσιοι ήταν μεν από το μεσοπόλεμο, αλλά η περιουσία τους αυγάτισε τα χρόνια του 3ου Ράιχ και κυρίως κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ο Ηerbert Quandt και ο πατέρας του και τότε αρχηγός της οικογένειας Guenter ήταν καταρχήν συμπαθούντες και στη συνέχεια, όπως και πολλοί άλλοι Γερμανοί, μέλη του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος. Από κει και πέρα και λόγω της οικονομικής τους θέσης είχαν επαφές με την ελίτ των Ναζί τις οποίες φρόντιζαν να επεκτείνουν με όποιον τρόπο μπορούσαν -για παράδειγμα η δεύτερη σύζυγος του πατριάρχη της οικογένειας παντρεύτηκε, φυσικά με τις ευλογίες του, τον Γκέμπελς, που ανέθρεψε και τον κοινό τους γιo- ενώ οι εταιρείες τους έπαιξαν, φυσικά με το αζημίωτο, καθοριστικό ρόλο στην πολεμική μηχανή του Γ’ Ράιχ.
Η ναυαρχίδα των επιχειρήσεών τους, η Afa, η πρόγονος της Varta, προμήθευε με συσσωρευτές όχι μόνο τα περιβόητα γερμανικά υποβρύχια αλλά και τους πρωτόλειους πυραύλους V2, με τους οποίους βομβάρδιζαν το Λονδίνο. Το ενδιαφέρον εδώ είναι πως οι Quandt έλεγαν αμέσως μετά τον πόλεμο ότι δεν ήξεραν που χρησιμοποιούνταν τα προϊόντα των εταιρειών τους, παρόλο που έχει αποδεχθεί ιστορικά ότι μηχανικοί της Afa ακολουθούσαν κατά πόδας το γερμανικό στρατό στη Ρωσία για να λύνουν τυχόν προβλήματα στις μπαταρίες των πάντζερ. Και βέβαια για να το παίξεις ανίδεος για τα παραπάνω χρειάζεται είτε θράσος είτε κάλυψη, που εξασφαλίζει και το χρήμα, είτε και τα δύο. Πόσο μάλλον για να ισχυριστείς πως δεν γνώριζες την κατάσταση στις γραμμές παραγωγής των εργαστασίων σου που κατασκευάζαν τις μπαταρίες ώστε να γλυτώσεις την παραπομπή στη δίκη της Νυρεμβέργης, όπως έκανε ο πατριάρχης της οικογένειας Quandt…
Ο οποίος αποκλείεται να μην ήξερε πως οι συνθήκες που επικρατούσαν εκεί ήταν κάτι παραπάνω από άθλιες και ανθυγιεινές για τους εργάτες, οι οποίοι ανέπνεαν συνεχώς τις αναθυμιάσεις από τα οξέα. Ούτε πως οι άνθρωποι αυτοί είχαν μεταφερθεί ως αιχμάλωτοι πολέμου από όλη την Ευρώπη, ούτε πως είχαν επιλεγεί με κριτήρια που θύμιζαν σκλαβοπάζαρο ούτε πως προέρχονταν από το στρατόπεδο συγκέντρωσης που είχε δημιουργηθεί εντός των εγκαταστάσεων της εταιρείας και για το οποίο κάλυπτε όλα τα έξοδα, ούτε πως κάθε μήνα πέθαιναν κατά δεκάδες, είτε από τις κακουχίες είτε σε εκτελέσεις.
Συγκλονιστική για τα παραπάνω είναι η μαρτυρία του επιζώντα Έλληνα Τάκη Μυλόπουλου, που περιλαμβάνεται στο ντοκιμαντέρ «Das Schweigen der Quandts» -«Η σιωπή των Quandt»- που έχει προβληθεί πριν από μερικά χρόνια στην κρατική γερμανική τηλεόραση και μπορείτε να δείτε στη συνέχεια με αγγλικούς υπότιτλους (η αναφορά στον κ. Μυλόπουλο στο 39:00).
Το ότι ο Guenter Quandt ήταν αδίστακτος φαίνεται και από το ότι έστειλε σε συνεργασία με τα SS σε στρατόπεδο συγκέντρωσης τον ιδιοκτήτη ενός βελγικού εργοστασίου κατασκευής μπαταριών που λειτουργούσε για λογαριασμό του όταν ο τελευταίος αρνήθηκε να του παραχωρήσει και τις μετοχές του.
Η περιουσία λοιπόν που ουσιαστικά δημιουργήθηκε με αυτούς τους τρόπους και με αυτές τις μεθόδους ήταν το μέσο με το οποίο ο Herbert Quandt για να αγοράσει καταρχήν την BMW και για να την αναγεννήσει κυριολεκτικά στη συνέχεια.
H οικογένεια Quandt πάντως παραδέχθηκε το 2011 και έπειτα από σιωπή δεκαετιών όλα τα παραπάνω…
Ένα επιπλέον ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι η απολογία της BMW για το παρελθόν της ήρθε μόλις μερικές μέρες μετά τις κατηγορίες που δέχθηκε η εταιρεία ότι εξασκεί πίεση στους υπαλλήλους της στη Μεγάλη Βρετανία να ψηφίσουν ενάντια στο Brexit, ενημερώνοντάς τους γραπτώς πως μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την επιχείρηση, να επιφέρει εμπορικές δυσκολίες και τελικά να επηρεάσει τους εργαζόμενους.
Πηγη: cnn