Το V7 είναι ένα από τα πιο αγαπημένα και πασίγνωστα μοντέλα της Moto Guzzi. Αυτή η δόξα που απολαμβάνει το μοντέλο παγκοσμίως οφείλεται στην ικανότητά του να παραμένει πιστό στις προσδοκίες του κοινού και στη φήμη της θρυλικής μάρκας Moto Guzzi.
Από το 1967 που πωλήθηκαν τα πρώτα κομμάτια στην Ιταλία, το V7 αποτελεί τον πυλώνα της γκάμας προϊόντων και αντιπροσωπεύει την υπεροχή των ιταλικών μοτοσυκλετών, ξεχωρίζοντας με τις δυνατότητες και τον σχεδιασμό του και κατακτώντας ένα άκρως διαφοροποιημένο και ποικιλόμορφο κοινό.
Πενήντα χρόνια μετά, η Moto Guzzi παρουσιάζει την τρίτη πράξη του πρώτου έργου της: V7 III. Η κυκλοφορία αυτής της τόσο διάσημης μοτοσυκλέτας με την πολύ πλούσια κληρονομιά και την τεράστια επιτυχία σε νέα έκδοση είναι μία από τις δυσκολότερες προκλήσεις, δεδομένου ότι το V7, που είναι το μοντέλο με τις μεγαλύτερες πωλήσεις από το 2009, αποτελεί το βασικό μοντέλο της Moto Guzzi και απευθύνεται σε άντρες και γυναίκες, κυρίως σε νέα άτομα που ανυπομονούν να γίνουν οι περήφανοι ιδιοκτήτες μιας από τις πιο εμβληματικές μοτοσυκλέτες που έχουν κατασκευαστεί στο Mandello del Lario.
Όπως στην περίπτωση του V7 II σε σύγκριση με το πρώτο V7, έτσι και το V7 III έχει ανανεωθεί σε αρκετά μεγάλο βαθμό ώστε να δικαιολογείται η χρήση μεγαλύτερου λατινικού αριθμού, που αποτελεί χαρακτηριστικό των πιο διάσημων και με μακρόχρονη ιστορία μοτοσυκλετών της Moto Guzzi, όπως οι Le Mans και California. Το V7 III είναι το αποτέλεσμα του σύγχρονου πάθους και θάρρους της Moto Guzzi, που αποδεικνύει ότι είναι απόλυτα ικανή να ανανεώσει το κορυφαίο προϊόν της, αφήνοντας αναλλοίωτο τον χαρακτήρα και την αυθεντικότητά του, δύο αξίες προορισμένες να αντέξουν τη φθορά του χρόνου.
Τέσσερις εκδόσεις και απεριόριστες ερμηνείες
Το V7 III διατίθεται στις τρεις γνωστές και δημοφιλείς εκδόσεις, Stone, Special και Racer που προκαλούν πιο έντονους συνειρμούς σε σχέση με τις παλαιότερες γενιές και διαφέρουν περισσότερο μεταξύ τους. Όπως και τα υπόλοιπα μοντέλα της Moto Guzzi, το V7 III διατίθεται και σε «σκοτεινή» έκδοση, η οποία ξεχωρίζει για την total black όψη της. Αυτή η έκδοση είναι το Stone, ενώ υπάρχει και το πιο κλασικό Special, με πολλά επιχρωμιωμένα στοιχεία και με σχεδιασμό που παραπέμπει πιο έντονα στο προηγούμενο μοντέλο. Από την άλλη πλευρά, το Racer αντιπροσωπεύει την επιτυχημένη αθλητική κληρονομιά της Moto Guzzi, η οποία κατέκτησε 15 παγκόσμιους τίτλους και 11 νίκες σε αγώνες Tourist Trophy πριν αποφασίσει να αποσυρθεί από τους αγώνες (το 1957). Η σειρά V7 έχει πλέον επεκταθεί: Η Moto Guzzi αποτίει φόρο τιμής στα πενήντα χρόνια από την πρώτη κυκλοφορία του μοντέλου V7 με την κυκλοφορία του Anniversario, μιας τέταρτης περιορισμένης έκδοσης με μόλις 750 τεμάχια, η οποία διαθέτει ολοκαίνουριες και αποκλειστικές λεπτομέρειες. Το «επτά-πενήντα» που πλασάρει το Mandello έχει αποδειχθεί εξαιρετική βάση για τις εργασίες εξατομίκευσης. Στην πραγματικότητα, ήταν ο πρωταγωνιστής στο Lord of the Bikes, το πρώτο τηλεοπτικό talent show για την εξατομίκευση μοτοσυκλετών, που προβάλλεται στο ιταλικό κανάλι Sky και μετέφερε τη Moto Guzzi στη μικρή οθόνη. Η αρχική σειρά αξεσουάρ της Moto Guzzi, που ήταν ήδη αρκετά πλούσια στο V7 II, διαμορφώθηκε και επεκτάθηκε ακόμα περισσότερο για τις εργασίες, ως συμπληρωματικό μέρος. Κατά συνέπεια, το V7 III αποτελεί εξαιρετική βάση για εργασίες εξατομίκευσης και σας επιτρέπει να δημιουργήσετε τη δική σας μοναδική και προσαρμοσμένη στα γούστα σας μοτοσυκλέτα, σαν ρούχο που φτιάχτηκε κατά παραγγελία ειδικά για εσάς.
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΟΔΗΓΗΣΗ ΜΙΑΣ V7
Παρά το γεγονός ότι η μέγιστη ισχύς του V7 έχει αυξηθεί κατά 10% λόγω του νέου κινητήρα που προστέθηκε, η ανανέωσή του δεν είχε ως κύριο στόχο την αυξημένη απόδοση. Η τρίτη γενιά του «επτά-πενήντα» που κατασκεύασε το Mandello θα εξακολουθήσει να είναι το βασικό μοντέλο της Moto Guzzi, με ευκολία στην οδήγηση και με το μικρότερο μέγεθος και βάρος στην κατηγορία του, αλλά με το έντονο και αυθεντικό στυλ που χαρακτηρίζει όλες τις μοτοσυκλέτες της Moto Guzzi και που αντανακλάται κυρίως στον εγκάρσιο κινητήρα V-twin με τη μοναδική διαμόρφωση. Οι βασικοί στόχοι αυτής της εξέλιξης σχετίζονταν με το στυλ, τον βασικό εξοπλισμό και την απόδοση στον δρόμο, δηλ. τα στοιχεία που επηρεάζουν την ευχάριστη κατοχή και οδήγηση του V7.
Το V7 III διατηρεί αναλλοίωτα το στυλ και την προσωπικότητα του μοντέλου, ενώ ο σχεδιασμός του συνδυάζει σχήματα εμπνευσμένα από την κληρονομιά της Moto Guzzi με τις σύγχρονες απαιτήσεις των μοτοσυκλετών. Ωστόσο, η πρώτη εντύπωση που αφήνει είναι ότι πρόκειται για μια πιο εξελιγμένη και στιβαρή μοτοσυκλέτα, πράγμα που οφείλεται κυρίως στην υπερμεγέθη πολλαπλή εξαγωγής δύο σωλήνων και στις επίσης υπερμεγέθεις κυλινδροκεφαλές. Στην πραγματικότητα, εκτός από αυτά τα δύο στοιχεία, τα υπόλοιπα μεγέθη είναι σχεδόν ίδια με τα αντίστοιχα της προηγούμενης γενιάς, επιβεβαιώνοντας ότι η V7 III είναι μία από τις πιο προσβάσιμες και κομψές, κλασικές μοτοσυκλέτες. Από την άλλη πλευρά, το μεταλλικό ρεζερβουάρ καυσίμου έχει παραμείνει ίδιο, με εξαιρετική χωρητικότητα 21 λίτρων και εμπνευσμένο, όπως πάντα, από το στυλ της απίθανης V7 Sport του 1971. Η αλουμινένια τάπα του ρεζερβουάρ καυσίμων δεν είναι πλέον στο ίδιο επίπεδο με το ρεζερβουάρ, είναι βιδωτή και έχει κλειδαριά όπως και η προηγούμενη γενιά. Άλλα νέα στυλιστικά στοιχεία είναι, μεταξύ άλλων, τα καλύμματα μπεκ ψεκασμού με νέο σχεδιασμό, τα πιο κομψά πλαϊνά φέρινγκ και η νέα σέλα με ολοκαίνουρια σχέδια διαφορετικά για κάθε μοντέλο. Επίσης, έχουν ανανεωθεί τα φλας κατεύθυνσης, οι καθρέφτες, οι οποίοι έχουν 40 mm μεγαλύτερο πλάτος για μεγαλύτερη ορατότητα, αλλά και ο πίνακας οργάνων. Πιστό στο βασικό στυλ του V7 III Stone, το ταμπλό οργάνων αποτελείται από ένα εντυπωσιακό ενιαίο καντράν διαμέτρου 100 mm, ενώ οι εκδόσεις Special, Racer και Anniversario διαθέτουν και ένα δεύτερο, κυκλικό καντράν που περιλαμβάνει το στροφόμετρο. Το ταχύμετρο είναι αναλογικό, ενώ όλες οι άλλες πληροφορίες περιέχονται στο ψηφιακό καντράν: οδόμετρο, μερικός και ημερήσιος χιλιομετρητής (με αυτόματη επαναφορά οκτώ ώρες μετά την απενεργοποίηση), χρόνος διαδρομής, στιγμιαία και μέση κατανάλωση καυσίμου, θερμοκρασία αέρα, μέση ταχύτητα και επίπεδο MGCT, μαζί με την ένδειξη εμπλεγμένης ταχύτητας με ελάχιστη και μέγιστη τιμή σ.α.λ. που ρυθμίζεται από τον χρήστη. Με αυτόν τον τρόπο, μπορείτε να διατηρήσετε ελεγχόμενα μια καθορισμένη τιμή σ.α.λ. του κινητήρα, π.χ. αν θέλετε να φτάσετε την απόδοση της μοτοσυκλέτας στο μέγιστο ή να μειώσετε την κατανάλωση καυσίμου στο ελάχιστο. Η αλληλεπίδραση του οδηγού με τον πίνακα οργάνων γίνεται μέσω του πλήκτρου που βρίσκεται στον νέο δεξιό ηλεκτρικό πίνακα. Ο πλούσιος κατάλογος των αξεσουάρ ειδικά για το V7 περιλαμβάνει το MG-MP, την πλατφόρμα πολυμέσων της Moto Guzzi, που συνδέει το smartphone στο όχημά σας, παρέχοντάς σας πρόσβαση σε μεγάλο όγκο χρήσιμων πληροφοριών για το ταξίδι σας.
V7 III STONE, ΤΩΡΑ ΑΚΟΜΗ ΠΙΟ ΕΚΛΕΚΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΙΚΗ
Το V7 III Stone κυκλοφορεί με πιο έντονους και προσωπικούς αισθητικούς συνειρμούς συγκριτικά με τον προκάτοχό του. Εκλεκτικό και δυναμικό, χωρίς χρωμιωμένα μέρη, απόλυτα σκοτεινό με τη ματ μαύρη βαφή του που ταιριάζει άψογα με το σχέδιο που έχει διαμορφωθεί αποκλειστικά και μόνο για το V7 III Stone και κοσμεί τη σέλα, η οποία διαθέτει έναν ιμάντα στήριξης συνεπιβάτη. Ωστόσο, διατίθεται και σε άλλα ελκυστικά χρώματα με σατινέ φινίρισμα, που είναι εμπνευσμένα από κλασικές αποχρώσεις των μοντέλων της δεκαετίας του 70: Μαύρο Nero Ruvido, Γαλάζιο Azzurro Elettrico, Πράσινο Verde Camouflage και Κίτρινο Giallo Energico. Το V7 III χαρακτηρίζεται από το απόλυτα σκουρόχρωμο ματ στυλ που το διακρίνει από τις υπόλοιπες εκδόσεις, αλλά δεν αποτελεί τη μοναδική διαφορά μεταξύ τους. Το V7 III Stone είναι το μοναδικό μοντέλο από τα τέσσερα της σειράς, το οποίο διαθέτει ακτινωτούς τροχούς και πίνακα οργάνων με ενιαίο κυκλικό καντράν. Το μπροστινό φτερό είναι πιο κοντό για να τονίσει τη δυναμική εμφάνιση αυτού του μοντέλου.
ΝΕΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΛΑΙΣΙΟΥ: Η ΕΓΓΥΗΜΕΝΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ MOTO GUZZI
Είναι ήδη γνωστό ότι η Moto Guzzi έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να σχεδιάζει αρχιτεκτονικές πλαισίου με εξαιρετικά λεπτές γραμμές. Το καλύτερο και πιο πρόσφατο παράδειγμα της ικανότητάς της αυτής αποτελεί το California 1400, το μοναδικό custom μοντέλο με τη δυναμική μιας μοτοσυκλέτας cruiser. Η παραδοσιακή, απολαυστική οδήγηση του V7 έχει τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν. Το 1970, μετά από μια σειρά πολύ απαιτητικών ελέγχων, το V7 Police ενσωματώθηκε στο δυναμικό της ομάδας LAPD (Αστυνομικό τμήμα του Los Angeles), επιδεικνύοντας την ισχύ της μάρκας από το Lario ακόμα και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Η Moto Guzzi έχει σχεδιάσει εκ νέου το πλαίσιο του νέου V7 και το αποτέλεσμα είναι κάθε άλλο παρά απογοητευτικό, παρόλο που η οδηγική ποιότητα που παρείχε η δεύτερη γενιά ήταν ήδη αρκετά υψηλή ώστε να ικανοποιήσει απόλυτα τους κριτικούς, το ευρύ κοινό και την αγορά. Το ατσάλινο πλαίσιο διατηρεί την αφαιρούμενη διάταξη διπλής βάσης και την κατανομή βάρους του προηγούμενου μοντέλου (46% μπροστά και 54% πίσω), αλλά το μπροστινό μέρος είναι πλήρως ανανεωμένο και ενισχυμένο, ενώ το τιμόνι διαθέτει νέα γεωμετρία που διασφαλίζει πιο δυναμική οδήγηση στις γωνίες, καλύτερο έλεγχο και μεγαλύτερη σταθερότητα, με αποτέλεσμα να ανταποκρίνεται σε όλες τις ανάγκες του σύγχρονου οδηγού μοτοσυκλέτας. Επιπλέον, έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε ολόκληρη την κατασκευή και το φινίρισμα των λεπτομερειών, συμπεριλαμβανομένων των ραφών και της βαφής. Τα δύο αμορτισέρ Kayaba αποτελούν νέες προσθήκες και έχουν ρυθμιζόμενη προφόρτιση ελατηρίου: χάρη στην κορυφαία ποιότητά τους και στη μεγαλύτερη κλίση στο σημείο στήριξής τους στο πλαίσιο, παρέχουν πιο προοδευτική και ελεγχόμενη απόκριση σε κάθε κατάσταση, ακόμα και όταν υπάρχει συνεπιβάτης. Ο συνεπιβάτης απολαμβάνει επίσης την άνεση του καθίσματος και των μαρσπιέ που έχουν τοποθετηθεί σε διαφορετικό σημείο, πιο χαμηλά και πιο μπροστά. Η θέση του οδηγού έχει αλλάξει, σε μικρό βαθμό βέβαια, και διαθέτει πλέον χαμηλότερη σέλα (770 mm από το έδαφος) και νέα αλουμινένια μαρσπιέ. Το τρίγωνο που σχηματίζουν η σέλα, το τιμόνι και τα μαρσπιέ αποκτά έτσι τις ιδανικές διαστάσεις για να εξυπηρετεί κάθε οδηγό. Η ανανέωση της δομής του πλαισίου ολοκληρώνεται με τον κύριο κύλινδρο πίσω φρένου με ενσωματωμένο ρεζερβουάρ, ο οποίος εγγυάται ταχύτερη απόκριση και δυνατότητα προσαρμογής της πέδησης.
ΝΕΟΣ ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ SMALL BLOCK : ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΚΑΙ ΗΧΟΣ
Υπάρχουν πολλοί εξαιρετικοί δικύλινδροι κινητήρες στον κόσμο, αλλά μόνο ένας εγκάρσιος κινητήρας V και αυτός είναι ο twin της Moto Guzzi, που δημιουργήθηκε το 1967 χάρη σε μια πανέξυπνη ιδέα του Giulio Cesare Carcano και χαρακτηρίζεται από μια διάταξη κυλίνδρων τόσο ιδιαίτερη που έγινε αναπόσπαστο μέρος του σχεδιασμού της μοτοσυκλέτας, σαν πραγματικό μεταλλικό γλυπτό της σύγχρονης τέχνης. Ο κινητήρας βρίσκεται πλέον στην τρίτη γενιά εξέλιξής του, στην εκδοχή του small block και είναι πλήρως ανανεωμένος σε σύγκριση με τον κινητήρα του V7 II. Αναπτύχθηκε με στόχο να φτάσει την οδηγική απόλαυση και διασκέδαση στα ύψη, διασφαλίζοντας παράλληλα μεγαλύτερες επιδόσεις και αξιοπιστία.
Ο πιο άκαμπτος πλέον στροφαλοθάλαμος από αλουμίνιο διαθέτει νέο κάρτερ λαδιού και στροφαλοφόρο άξονα με υπολογισμένη αδράνεια για πιο έντονη απόκριση και σωστή πέδηση κινητήρα. Το σύστημα λίπανσης του στροφαλοθαλάμου έχει σχεδιαστεί ώστε να εξαφανίζει τη θερμότητα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και να μειώνει την κατανάλωση ισχύος προς όφελος της απόδοσης αλλά και της μειωμένης κατανάλωσης καυσίμου. Επίσης, υπάρχει σύστημα αερισμού που μειώνει την απώλεια ισχύος λόγω του εσωτερικού συστήματος άντλησης εντός του στροφαλοθαλάμου και μιας αντλίας λαδιού μειωμένης χωρητικότητας που καταναλώνει λιγότερη ισχύ. Ο σωλήνας εισαγωγής της αντλίας λαδιού όπως και η αντίστοιχη παρακαμπτήρια βαλβίδα είναι νέες προσθήκες, ενώ έχουν προστεθεί και πίδακες λαδιού ψύκτη εμβόλου που διαθέτουν βαλβίδα ελέγχου ροής και διαχείρισης. Το κάλυμμα εναλλάκτη είναι επίσης νέο χαρακτηριστικό και διαθέτει ενσωματωμένο σύστημα διαφυγής καυσαερίων.
Το πάνω μέρος του κινητήρα είναι εξοπλισμένο με εντελώς νέες κεφαλές αλουμινίου, έμβολα και κυλίνδρους, ενώ οι τιμές διαμέτρου και διαδρομής παραμένουν ίδιες με εκείνες του προηγούμενου μοντέλου (80×74 mm αντίστοιχα). Ο κυβισμός του κινητήρα δεν έχει αλλάξει, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι το V7 III είναι το βασικό μοντέλο της Moto Guzzi. Παραδοσιακά, ο χρονισμός ελέγχεται από ένα σύστημα ωστηρίων και ζυγών με 2 βαλβίδες ανά κύλινδρο, τοποθετημένες σε κεκλιμένη θέση (πιο αποτελεσματική) στην κεφαλή. Το σύστημα καυσίμου λειτουργεί βάσει ενός μονοκόμματου, ηλεκτρονικού συστήματος ψεκασμού της Marelli, το οποίο ελέγχεται από μια ηλεκτρονική μονάδα ελέγχου. Το σύστημα εξάτμισης έχει ανανεωθεί επίσης και διαθέτει πολλαπλές δύο σωλήνων που συμβάλλουν στη βελτίωση της θερμομόνωσης. Η είσοδος του βοηθητικού συστήματος αερισμού στις κεφαλές, σε συνδυασμό με τον τριοδικό καταλυτικό μετατροπέα, τον διπλό αισθητήρα οξυγόνου και τον πλήρως επανασχεδιασμένο κινητήρα, διασφαλίζουν τη συμμόρφωση του κινητήρα twin 750 Moto Guzzi με τα πρότυπα εκπομπών ρύπων Euro 4. Η μέγιστη ισχύς έχει αυξηθεί φτάνοντας πλέον τα 52 HP σε 6.200 σ.α.λ., ενώ η μέγιστη ροπή φτάνει τα 60 Nm σε 4.900 σ.α.λ., με εντελώς επίπεδη καμπύλη ροπής που υπόσχεται εύκολη χρήση συνδυασμένη, όπως πάντα, με τον τυπικό χαρακτήρα και τη γρήγορη απόκριση ενός κινητήρα Moto Guzzi. Μια έκδοση με μειωμένη ισχύ είναι διαθέσιμη σύμφωνα με τους περιορισμούς της άδειας οδήγησης Α2 και αποτελεί ιδανική λύση για νέους οδηγούς μοντέλων Guzzi, οι οποίοι μπορούν επίσης να απολαύσουν το μειωμένο συνολικό βάρος και μέγεθος καθώς και τη γενική άνεση οδήγησης σε όλες τις εκδόσεις της V7 III.
Άλλη μια καινοτομία του κινητήρα Moto Guzzi είναι ο μονόδισκος ξηρός συμπλέκτης διαμέτρου 170 mm, ο οποίος μακροπρόθεσμα οδηγεί σε μεγαλύτερη ανθεκτικότητα και αξιοπιστία, ενώ παράλληλα μειώνει το φορτίο που εφαρμόζεται στον μοχλό του τιμονιού, με στόχο τη βελτιωμένη δυνατότητα προσαρμογής και την άνετη οδήγηση. Το ακριβές και ομαλό κιβώτιο έξι ταχυτήτων που χρησιμοποιήθηκε στη σειρά V7 II, έχει παραμείνει αμετάβλητο, ενώ διαθέτει πλέον διαφορετική πρώτη και έκτη σχέση ταχύτητας, ώστε να αξιοποιούνται στον μέγιστο βαθμό η ροπή του κινητήρα και τα χαρακτηριστικά ισχύος.
ΑΣΦΑΛΕΙΑ : ΠΡΟΝΟΜΙΟ ΤΗΣ MOTO GUZZI
Η Moto Guzzi βρίσκεται πάντοτε κυρίαρχη και στα ζητήματα της ασφάλειας. Η Norge GT του 1928 ήταν η πρώτη μοτοσυκλέτα με «ελαστικό πλαίσιο», εξοπλισμένο με μπροστινή και οπίσθια ανάρτηση, με απίστευτα πλεονεκτήματα όσον αφορά την ασφάλεια και την ευχάριστη οδήγηση. Από την άλλη πλευρά, το V750 S του 1973 ήταν μία από τις πρώτες μοτοσυκλέτες παγκοσμίως που διέθετε μπροστινό φρένο διπλού δίσκου, ενώ το μοντέλο S3 που ακολούθησε διέθετε δισκόφρενα και πίσω. Το 1975, κυκλοφόρησε το Moto Guzzi 850 T3 που διέθετε συνδυασμένο σύστημα πέδησης, το λεγόμενο «integral» που συνέχισε να χρησιμοποιείται έως και το 2011 στο California ’90 Anniversario. Σκοπός της συσκευής ήταν να αυξήσει τη σταθερότητα της μοτοσυκλέτας κατά την πέδηση και ταυτόχρονα να μειώσει την απόσταση ακινητοποίησης, εφαρμόζοντας δύο λειτουργίες που διαθέτουν τα σύγχρονα συστήματα ABS και ήταν πρωτοποριακές για την εποχή. Το 2012, η Moto Guzzi ήταν η πρώτη εταιρεία που εφάρμοσε το σύστημα ABS και το σύστημα ελέγχου πρόσφυσης σε custom μοτοσυκλέτα, και συγκεκριμένα την California 1400. Τα εν λόγω συστήματα ασφαλείας εφαρμόστηκαν σε όλα τα μοντέλα της σειράς. Το V7 III διαθέτει σύστημα ABS και νέο ρυθμιζόμενο σύστημα MGCT (Έλεγχος Πρόσφυσης της Moto Guzzi) που μπορεί να απενεργοποιηθεί. Το σύστημα ABS είναι ένα σύστημα δύο καναλιών Continental που αποτρέπει το μπλοκάρισμα των τροχών κατά την απότομη πέδηση, ενώ το σύστημα MGCT αποτρέπει την περιστροφή των πίσω τροχών κατά την επιτάχυνση. Το νέο σύστημα MGCT μπορεί να ρυθμιστεί σε δύο επίπεδα ευαισθησίας: το πρώτο είναι πιο συντηρητικό και ιδανικό για περιπτώσεις ανεπαρκούς πρόσφυσης λόγω βρεγμένου ή ολισθηρού οδοστρώματος, ενώ το δεύτερο είναι σχεδιασμένο για να εξυπηρετεί τον ενθουσιασμό που προκαλεί η ασφαλής οδήγηση σε στεγνούς δρόμους. Άλλη μια ιδιαιτερότητα του συστήματος MGCT είναι η δυνατότητα εκ νέου βαθμονόμησης της περιμέτρου του πίσω ελαστικού, με στόχο την αντιστάθμιση τυχόν φθοράς ή χρήσης του ελαστικού με διαφορετικό προφίλ από το αυθεντικό ώστε το σύστημα ελέγχου πρόσφυσης να λειτουργεί πάντοτε με ακρίβεια.
MG-MP, Η ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ ΠΟΥ ΣΥΝΔΕΕΙ ΤΗ V7 III ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Η πλατφόρμα πολυμέσων της Moto Guzzi διατίθεται ως επιλογή στη νέα σειρά V7 III. Η MG-MP είναι το πρωτοποριακό σύστημα πολυμέσων που σας επιτρέπει να συνδέετε τη μηχανή σας με το smartphone σας. Με αυτήν την εφαρμογή, που μπορείτε να την κατεβάσετε δωρεάν από το App Store και το Google Play, το smartphone σας (iPhone ή Android) γίνεται εξελιγμένος πολυλειτουργικός υπολογιστής και ο συνδετικός κρίκος μεταξύ οχήματος και διαδικτύου.
Η σύνδεση Bluetooth σας επιτρέπει να βλέπετε ταυτόχρονα πέντε παραμέτρους της επιλογής σας κάθε φορά, επιλεγμένες από ένα μεγάλο μενού, που περιλαμβάνουν το ταχύμετρο, το στροφόμετρο, τη στιγμιαία ισχύ, τη στιγμιαία ροπή, τη στιγμιαία και μέση κατανάλωση καυσίμου, τη μέση ταχύτητα και την τάση της μπαταρίας, τη διαμήκη επιτάχυνση και τον εκτεταμένο υπολογιστή ταξιδιού. Η δυνατότητα «Eco Ride» βοηθά τον περιορισμό της κατανάλωσης καυσίμου και τη διατήρηση μιας οδηγικής συμπεριφοράς φιλικής προς το περιβάλλον, παρέχοντας μια σύντομη αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που ανακτήθηκαν στη διάρκεια του ταξιδιού.
Μπορείτε να καταγράψετε τα δεδομένα του ταξιδιού και να τα ελέγξετε στον υπολογιστή σας ή απευθείας στο smartphone σας, αναλύοντας τη διαδρομή που ακολουθήσατε και βλέποντας τις παραμέτρους λειτουργίας του οχήματος σε κάθε σημείο της διαδρομής. Το σύστημα σας επιτρέπει επίσης να εντοπίζετε εύκολα το όχημά σας, όταν σταθμεύετε σε άγνωστο μέρος, αποθηκεύοντας αυτόματα τη θέση όπου απενεργοποιήθηκε. Το MG-MP περιλαμβάνει τη λειτουργία «Προειδοποίηση Πρόσφυσης» που αναπαριστά τις ενδείξεις της λειτουργίας ελέγχου πρόσφυσης και σας ειδοποιεί σε περίπτωση υπερβολικής χρήσης της διαθέσιμης πρόσφυσης. Χάρη στη συνδυασμένη χρήση των γυροσκοπίων και των πληροφοριών που παρέχονται μέσω της απευθείας σύνδεσης με το ηλεκτρονικό σύστημα του οχήματος, το smartphone μετατρέπεται σε προηγμένο όργανο μέτρησης της γωνίας κλίσης στις στροφές.
ΓΝΗΣΙΑ ΑΞΕΣΟΥΑΡ MOTO GUZZI: ΟΛΟ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΓΚΑΜΑ
Μετά την επιτυχία των V7 και V7 II, η φιλοσοφία εξατομίκευσης του Moto Guzzi Garage συνεχίζει να υλοποιείται και στο V7 III. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχουν αμέτρητα αξεσουάρ διαθέσιμα για κάθε αναβάτη μοτοσυκλέτας Guzzi που θέλει να εξατομικεύσει το όχημά του με ευχάριστο αλλά και ασφαλή τρόπο, δημιουργώντας μια πραγματικά ξεχωριστή μοτοσυκλέτα που ταιριάζει στο ύφος του. Όλα τα εξαρτήματα έχουν σχεδιαστεί και δημιουργηθεί από τη Moto Guzzi και υποβάλλονται σε πολλούς και αυστηρούς ελέγχους και δοκιμές, όπως και κάθε πρωτότυπο εξάρτημα που χρησιμοποιείται στη μοτοσυκλέτα, προκειμένου να διασφαλιστεί η ποιότητα και η μεγάλη διάρκεια ζωής του προϊόντος. Εφόσον η δημιουργία και η προσαρμογή τους εκτελείται από τη Moto Guzzi, τα εξαρτήματα είναι απολύτως εναλλάξιμα με τα εργοστασιακά, συνεπώς μπορείτε ανά πάσα στιγμή να επαναφέρετε τη μοτοσυκλέτα σας εύκολα στον αρχικό σχεδιασμό της. Επίσης, τα εξαρτήματα είναι απολύτως εγκεκριμένα, ώστε να μπορείτε να οδηγείτε άφοβα στους δρόμους. Κόκκινα ελατήρια αμορτισέρ: σχεδιασμένα ειδικά για τα στάνταρ αμορτισέρ του V7 III. Πλαϊνά φέρινγκ αλουμινίου με σατινέ φινίρισμα: τα πλαϊνά φέρινγκ αλουμινίου με σατινέ φινίρισμα συμβάλλουν στη δημιουργία ενός πιο εκλεπτυσμένου και επιβλητικού προφίλ του V7 III, χάρη στα υλικά και τη δεξιοτεχνία κατασκευής τους. Κάλυμμα ρεζερβουάρ καυσίμου: πρόκειται για δύο μαλακά ελαστικά καλύμματα τα οποία εφαρμόζονται στα πλαϊνά του ρεζερβουάρ καυσίμου εκεί που ακουμπούν τα γόνατα του οδηγού ώστε να ενισχυθεί η οδηγική άνεση. Κάλυμμα μοτοσυκλέτας: αυτό το κάλυμμα είναι κατασκευασμένο από μαύρο υλικό ανθεκτικό σε γρατσουνιές και φέρει το μοναδικό λογότυπο της Moto Guzzi και στις δύο πλευρές. Διατίθεται και στις εκδόσεις «Eagle» και «Shape». Ανεμοθώρακας: είναι σχεδιασμένος να παρέχει μεγαλύτερη αεροδυναμική προστασία , χωρίς ωστόσο να διακυβεύεται η ελκυστική αισθητική εμφάνιση του V7 III. Είναι εγκεκριμένος σύμφωνα με τα πλέον αυστηρά πρότυπα (DOT και TUV) ενώ παράλληλα έχει δοκιμαστεί επί της ασφάλτου σε όλες τις καιρικές συνθήκες από τους οδηγούς δοκιμών της Moto Guzzi. Καλύμματα μπεκ ψεκασμού: είναι από αλουμίνιο και παρέχει προστασία στην περιοχή των μπεκ ψεκασμών από τυχαία επαφή με τα γόνατα του οδηγού. Δερμάτινες πλαϊνές τσάντες και βαλίτσες ταξιδιού: χάρη στα πλαϊνά πλαίσια με σύστημα γρήγορης απελευθέρωσης fast click, μπορείτε να τοποθετήσετε διάφορους τύπους πλαϊνών τσαντών και βαλιτσών στο V7 III. Η σειρά αξεσουάρ της Moto Guzzi περιλαμβάνει ένα σετ με χειροποίητες τσάντες από πολυτελές δέρμα, που διαθέτουν ατσάλινα κουμπώματα και φέρουν το εντυπωσιακό λογότυπο της Moto Guzzi, καθώς και ένα σετ με βαλίτσες ταξιδιού από σταθερό, τεχνικά επεξεργασμένο ύφασμα που αντέχει και τις πιο δύσκολες συνθήκες ταξιδιού. Το ειδικό αντικλεπτικό σύστημα κλειδώματος εμποδίζει τυχόν ανεπιθύμητη γρήγορη απελευθέρωση με το σύστημα fast click. Κιτ σχάρας αποσκευών: το συγκεκριμένο πολύτιμο εξάρτημα επιτελεί δύο σημαντικούς σκοπούς: αφενός αποτελεί σχάρα αποσκευών και αφετέρου παρέχει αξιόπιστη στήριξη χάρη στις ενσωματωμένες χειρολαβές. Είναι βαμμένο μαύρο και τοποθετείται στη θέση των αρχικών χειρολαβών συνεπιβάτη. Σακίδιο ουράς: το συγκεκριμένο τοποθετείται στην ειδική σχάρα αποσκευών με ιμάντες και είναι κατασκευασμένο από αδιάβροχο γνήσιο δέρμα. Μπορεί εύκολα να μεταφερθεί χάρη στην πίσω λαβή. Ταινία κάλυψης του ρεζερβουάρ: η ταινία κάλυψης ρεζερβουάρ από αδιάβροχο, γνήσιο δέρμα προσδίδει στο ρεζερβουάρ του V7 III ένα έντονο ύφος που παραπέμπει σε γκαράζ και σας δίνει τη δυνατότητα να τοποθετήσετε τη δερμάτινη τσάντα εργαλείων (διαθέσιμη ξεχωριστά). Μονοθέσια σέλα: υλικά υψηλής αισθητικής και μοναδικός σχεδιασμός για τη μονοθέσια V7 III σας. Σέλα από δέρμα ανώτατης ποιότητας: κατασκευάζεται από υλικό ανώτατης ποιότητας και διαθέτει φινιρίσματα και δεξιοτεχνικό σχεδιασμό με στυλ και σχήματα που θυμίζουν χειροποίητα δέρματα κατασκευασμένα από ειδικούς στη δημιουργία σελών. Το ιδανικό αξεσουάρ για να δώσετε στο V7 III σας την αίσθηση αυθεντικότητας και μοναδικότητας που παραπέμπει σε γκαράζ. Άνετη σέλα με τζελ: ειδικά σχεδιασμένη για εκείνους που απαιτούν μέγιστη άνεση, η συγκεκριμένη σέλα διαθέτει ένθετο τζελ τόσο στη θέση του οδηγού όσο και στη θέση του συνεπιβάτη. Χάρη στα ελλειψοειδούς μορφής πλαϊνά, προσφέρει καλύτερη θέση για τον οδηγό όταν έχει τα πόδια στο έδαφος. Η ταπετσαρία της σέλας διαθέτει το στυλ της αρχικής σέλας φέροντας το διάτρητο λογότυπο «Comfort gel». Διατίθεται και σε έκδοση χαμηλότερου ύψους. Μανέτες φρένου και συμπλέκτη από αλουμίνιο: κατασκευασμένες από ακατέργαστο αλουμίνιο, με μοναδικό και δημοφιλές στυλ, ενισχύουν τα στοιχεία ελέγχου του V7 με ευγενή υλικά και ξεχωριστό στυλ.